Τι είναι ο Πλατύπους;


Επιζώντας της εξάλειψης της Αριστεράς

Μια ιστορία λέγεται για τον συνεργάτη και φίλο του Καρλ Μαρξ, Φρίντριχ Ένγκελς, ο οποίος στα νιάτα του, ως καλός εγελιανός ιδεαλιστής, βέβαιος για τη σκόπιμη, έλλογη εξέλιξη της φύσης και τη θέση του ανθρώπινου λόγου εντός της, αγανάκτησε όταν διάβασε για κάποιον πλατύποδα, υποθέτοντας ότι επρόκειτο περί απάτης, στημένης από Άγγλους ταριχευτές ζώων. Για τον Ένγκελς, ο πλατύπους δεν είχε καμία λογική θέση εντός της φυσικής ιστορίας.

Αργότερα ο Ένγκεςλ είδε έναν ζωντανό πλατύποδα σ’ έναν βρετανικό ζωολογικό κήπο κι ένιωσε ταπεινωμένος. Όντας, όπως ο Μαρξ, ένας καλός υλιστής κι ένας στοχαστής που αποδεχόταν τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, η οποία εκθρόνισε την ανθρωποκεντρική θέαση της φύσης, ο Ένγκελς κατέληξε να εκτιμά πως ο «λόγος» στην ιστορία, φυσικός ή όχι, δεν ήταν υποχρεωτικό να συμφωνεί με τα παρόντα (κυρίαρχα) κριτήρια του ανθρώπινου λόγου.

Αυτή την παραβολή βρίσκουμε ωφέλιμη για την κατανόηση της κατάστασης της Αριστεράς σήμερα.

Υπό το φως της ιστορίας του παρόντος, μπορούμε να ρωτήσουμε: με ποιο δικαίωμα δικαιούται να υπάρχει η Αριστερά;

Με κάθε δικαίωμα — όπως κάθε δικαίωμα έχει και ο πλατύπους να υπάρχει, όσο δύσκολη κι αν είναι η ταξινόμησή του!

Ισχυριζόμαστε ότι η παρελθούσα και παρούσα ιστορία δεν χρειάζεται να υπαγορεύει το μέλλον. Οι παρελθούσες και παρούσες αποτυχίες και χαμένες ευκαιρίες της Αριστεράς θα έπρεπε να μας εκπαιδεύουν και προειδοποιούν, όχι να μας παγώνουν και καθηλώνουν σα μαγικά ξόρκια.

Συνεπώς, για να απελευθερωθούμε, διακηρύξαμε ότι η Αριστερά είναι νεκρή. — Ή, ακριβέστερα, ότι *εμείς*είμαστε ό,τι έχει απομείνει απ’ αυτήν.

Αυτή είναι περισσότερο μια διακήρυξη ενός στόχου παρά ενός γεγονότος.

— Του στόχου πως η Αριστερά πρέπει να ζήσει, αναγνωρίζοντας όμως ότι μπορεί να ζήσει *μόνο* ξεπερνώντας τον εαυτό της. Και εμείς είμαστε αυτό το ξεπέρασμα!

Τότε λοιπόν, τί είμαστε;

Είμαστε στοχαστές της Αριστεράς, μορφωμένοι και προειδοποιημένοι από την ιστορία του 20ού αιώνα — αλλά*όχι* τρομοκρατημένοι απ’ αυτήν! «Αφήστε τους νεκρούς να θάψουνε τους νεκρούς.» Οι πράξεις μας ίσως μπορούν ακόμα και να εξιλεώσουν τη δυστυχία τους.

Μετά τις αποτυχημένες και προδομένες απόπειρες χειραφέτησης, και υπό το φως της ανεπαρκούς αυτοκατανόησής τους, παρακινούμαστε να ανακτήσουμε αυτή την ιστορία στην υπηρεσία τον δυνατοτήτων της απελευθερωτικής πάλης σήμερα — και στο μέλλον.

Κινούμενοι προς αυτούς τους σκοπούς, θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε (ίσως προκλητικά) μ’ έναν μικρό κατάλογο ονομάτων που υποδηλώνουν τις σκέψεις και τα προβλήματα που απορρέουν από γεγονότα τα οποία, στο μέτρο που θα αναγνώσουμε (μαζί με τον Μπένγιαμιν) την ιστορία ενάντια στο ρεύμα (against the grain), μας μιλούν ακόμα σήμερα: Μαρξ, Λένιν, Λούξεμπουργκ, Τρότσκι, Αντότρνο — Όχι πολλά περισσότερα απ’ ό,τι εκπροσωπούν αυτές οι προσωπικότητες, όμως απολύτως τίποτα λιγότερο.

Θα ξεπεράσουμε κάθε εύκολη και λανθασμένη αναγνώριση αυτών των ονομάτων, και κάθε συμβατική σοφία για τις σκέψεις και πράξεις που έχουν ταυτιστεί μαζί τους, για την καλύτερη δυνατή κριτική αναγνώριση και ανάπτυξη του δικού μας σκοπού.

Στην ιστορία της Αριστεράς, οι χρονολογίες 1848 και 1917, αλλά λιγότερο το 1968, και όχι το 1989: το επακόλουθο αμφίσημων ηττών και νικών∙ αλλά, περισσότερο, η διορατικότητα που αποφέρουν οι ήττες, και η αναγνώριση ενός παρόντος και μιας ιστορίας που δεν χρειαζόταν να είχαν υπάρξει, για ένα μέλλον που δεν χρειάζεται να υπάρξει ακόμα. Τα ανήσυχα πνεύματα του 1848 και του 1917, με τις ανεκπλήρωτες δυνατότητές τους, θα συνεχίσουν να απευθύνονται σ’ ένα αλύτρωτο μέλλον.

Η ιστορία της νεωτερικότητας δεν έχει τελειώσει, ούτε πρόκειται να τελειώσει εάν δεν εκπληρώσει την υπόσχεσή της. Δεν συμμεριζόμαστε λοιπόν τα (αποπροσανατολισμένα) συναισθήματα εξάντλησης απέναντι στη νεωτερικότητα (στο μοντέρνο), όμως αναγνωρίζουμε μια βέβαιη παραίτηση από τον χειραφετητικό μετασχηματισμό της, ο οποίος μάς στοιχειώνει με την αναγκαιότητά του.

Αναγνωρίζουμε τη δική μας αναγκαιότητα.

Συμφωνούμε με τον νεαρό Μαρξ σχετικά με την «αμείλικτη κριτική απέναντι σε ό,τι υπάρχει». Αντίθετα με τον Χέγκελ, στον αγώνα του ενάντια στη Ρομαντική απελπισία μετά το 1789, αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα του παρόντος μας μόνο ως «κακού». Το παρόν μας δεν αξίζει επιβεβαίωση ή ακόμα και σεβασμό, γιατί το αναγνωρίζουμε μόνο ως αυτό που υπήρξε όταν η Αριστερά κατέστρεψε και εξάλειψε τον εαυτό της.

Κι έτσι, με την ιστορία του Ένγκελς και του πλατύποδα, ας ξεκινήσουμε τη διευθέτηση των απίθανων, αλλά όχι αδύνατων, καθηκόντων και του προτάγματος της *επόμενης *Αριστεράς.

Ιούνιος 2006